Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Τουρριανός, Νικόλαος — Έλληνας κωδικογράφος και μικρογράφος της εποχής της Αναγέννησης (Κρήτη 1535/1540 – Νάπολη 1608/1610). Γύρω στα 1559 πήγε από την Κρήτη στη Βενετία και στην Πάντοβα όπου εργάστηκε εντατικά στην αντιγραφή ελληνικών κυρίως χειρογράφων για λογαριασμό … Dictionary of Greek
Ενθίνα, Χουάν ντελ — − (Juan del Encina, Ενθίνα, Σαλαμάνκα 1469; – Λεόνε 1529). Ισπανός ποιητής, δραματογράφος και μουσικός. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα. Υπηρέτησε στην αυλή των δουκών της Άλμπα και αργότερα ταξίδεψε στη Ρώμη, όπου χειροτονήθηκε ιερέας.… … Dictionary of Greek
Καστίλη-Λεόν — (CastillayLeon). Αυτόνομη περιοχή (94.224 τ. χλμ., 2.479.425 κάτ. το 2001) στη βορειοκεντρική Ισπανία με πρωτεύουσα το Βαγιαδολίδ. Συνορεύει στα Β με την Καντάμπρια, ΒΑ με τη Χώρα των Βάσκων και τη Λα Ριόχα, Α με την Αραγονία, ΝΑ με την Καστίλη… … Dictionary of Greek
Λεόν, Φράι Λουίς ντε- — (Fray Luis de Léon, Μπελμόντε ντε Κουένκα 1527 – Μαντριγκάλ 1591). Ισπανός ποιητής. Ανήκε στο τάγμα των Αυγουστινιανών και ολοκλήρωσε το μεγαλύτερο μέρος των σπουδών του στη Σαλαμάνκα, όπου αργότερα δίδαξε. Κατηγορήθηκε για παράβαση των διατάξεων … Dictionary of Greek
Ουναμούνο, Μιγκέλ ντε- — (Miguel de Unamuno, Μπιλμπάο 1864 – Σαλαμάνκα 1936). Ισπανός δοκιμιογράφος, πεζογράφος, φιλόσοφος και θεατρικός συγγραφέας. Το 1891 κατέλαβε την έδρα της ελληνικής φιλολογίας και άρχισε τη διδασκαλία του στο πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκας. Το 1901… … Dictionary of Greek
Τσουριγκέρα — (Churiguera). Οικογένεια αρχιτεκτόνων και γλυπτών, από την Καταλονία, που επέβαλαν στην Ισπανία, κατά τις τελευταίες δεκαετίες του17ου αι., έναν ιδιαίτερο ρυθμό μπαρόκ, ονομαζόμενο απ’ αυτούς τσουριγκερέσκο. Η τέχνη του μπαρόκ, που είχε… … Dictionary of Greek
Φερδινάνδος — I Όνομα 3 αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που ανήκουν στον οίκο των Αψβούργων. 1. Φ. A’ (Αλκαλά ντ’ Ενάρες 1503 – Βιέννη 1564). Γιος του Φιλίππου του Ωραίου και της Ιωάννας της Τρελής, έγινε αυτοκράτορας μετά την παραίτηση του… … Dictionary of Greek
Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… … Dictionary of Greek
αναγέννηση — I Χρονική περίοδος της ευρωπαϊκής ιστορίας, που ακολουθεί τον Μεσαίωνα.Με τον όρο Α. (ιταλ. Rinascimento, Rinascita Rinascenza,γαλλ. Renaisance), σε αντιδιαστολή προς τον Μεσαίωνα που θεωρείται περίοδος βαρβαρότητας, χαρακτηρίζεται ένα… … Dictionary of Greek